Κατά τα 4-5 χρόνια της ζωής ενός παιδιού, η γλωσσική ανάπτυξη είναι ιδιαίτερα γοργή. Πριν ακόμα την έναρξη της σχολικής ζωής, το παιδί έχει κατακτήσει σημαντικά κομμάτια της γλώσσας.
Μέχρι 6 χρονών, το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών έχει κατακτήσει την ώριμη μορφή άρθρωσης, το λεξιλόγιό του απαρτίζεται από περίπου 2.500 λέξεις και η χρήση των συντακτικών γνώσεων που έχουν εμπειρικά κατακτηθεί, δίνουν στο παιδί τη δυνατότητα να παράγει όλες τις κύριες παραλλαγές της απλής πρότασης.
Κατά τη σχολική ηλικία, βελτιώνονται σημαντικά η σύνταξη, το λεξιλόγιο, το εννοιολογικό περιεχόμενο, καθώς και η αξιοποίηση της γλώσσας σε λειτουργίες όπως η μάθηση, η μνήμη, η επίλυση προβλημάτων κ.α.. Το κύριο απόκτημα, όπως είναι προφανές, κατά την έναρξη της σχολικής ζωής, είναι η ανάγνωση και η γραφή.
Πιο συγκεκριμένα:
Το Λεξιλόγιο βελτιώνεται και αυτό φαίνεται από την ποσότητα των λέξεων που το παιδί χρησιμοποιεί, καθώς και από την ποικιλία και την ακρίβεια της σημασίας αυτών, κάτι που καταδεικνύεται από την μεταγενέστερη ικανότητα του παιδιού να χρησιμοποιεί σωστά αφηρημένες έννοιες.
Στην Σύνταξη, το παιδί παρουσιάζει αυξανόμενη πρόοδο στην οργάνωση των λέξεων σε προτάσεις. Ενώ κατά την προσχολική ηλικία το παιδί κατακτά τους βασικούς γραμματικούς κανόνες, κατά την σχολική ηλικία προοδευτικά μαθαίνει τις εξαιρέσεις (C. Chomsky, 1969).
Η Εκμάθηση της Ανάγνωσης και της Γραφής, είναι το σημαντικότερο επίτευγμα.
Αναφορικά με το πότε και το πώς το παιδί μαθαίνει το παιδί, αυτές τις δύο δεξιότητες, ΔΕΝ υπάρχει μία μόνο σωστή απάντηση για όλα τα παιδιά, καθώς επηρεάζονται από την πορεία της ωρίμανσής τους, όπως και από την ποσότητα και το είδος των προηγούμενων εμπειριών τους.
Επειδή όμως, αυτές οι δύο δεξιότητες είναι η βάση της μαθησιακής εξέλιξης, έχουν κατασκευαστεί ειδικές κλίμακες για τη μέτρηση της ετοιμότητας των παιδιών στα δύο αυτά επίπεδα και οι οποίες γίνονται από τους ειδικούς.
Αυτές περιλαμβάνουν, οπτικά κριτήρια (οπτική μνήμη, προσανατολισμός των μορφών, έλεγχος των κινήσεων των βολβών των ματιών), ακουστικά κριτήρια (ακουστική μνήμη, διάκριση και συγκερασμός φθόγγων) και κινητικά κριτήρια (κινητική ετοιμότητα, σταθερότητα των κινήσεων).
Τα εργαλεία αυτά, αποτελούν έγκυρο δείκτη για το κατά πόσο το παιδί είναι έτοιμο να αρχίσει να μαθαίνει ανάγνωση και γραφή, αλλά και για την πρόβλεψη του ρυθμού της προόδου των δεξιοτήτων αυτών.
Στην Πραγματολογία, το παιδί αποκτά την ικανότητα να προσαρμόζει τη γλώσσα του στο αναπτυξιακό επίπεδο του ακροατή. Πρόκειται πλέον για γνώση του πώς να την χρησιμοποιεί. Αυτό φαίνεται στην αλλαγή του λόγου του παιδιού, από μονόλογο χωρίς αποδέκτη (προσχολική ηλικία), σε διάλογο ως μέσο επικοινωνίας μεταξύ των μελών μιας ομάδας (σχολική ηλικία).
Σε οποιονδήποτε από τους παραπάνω τομείς (λεξιλόγιο, σύνταξη, ανάγνωση, γραφή και πραγματολογία) μπορεί να δυσκολευτεί οποιοδήποτε παιδί στην έναρξη της σχολικής του ζωής. Κάποια παιδιά όμως, συναντούν μεγαλύτερες δυσκολίες, οι οποίες μπορεί να αποτελέσουν εμπόδιο στην πορεία της μάθησης και ίσως να οδηγήσουν στις Μαθησιακές Δυσκολίες.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- Παρασκευόπουλος Ι. (1985). Εξελικτική ψυχολογία: Ψυχολογική θεώρηση της πορείας της ζωής από τη σύλληψη έως την ενηλικίωση (21st ed.). Αθήνα.
- Πήτα Ρ. (1998). Ψυχολογία της γλώσσας (Ζ΄εκδ.). Αθήνα: Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα.
Υψηλάντη Αναστασία
Λογοθεραπεύτρια
Επιστημονικός συνεργάτης του Διεπιστημονικού Κέντρου Λόγου,
Μαθησιακών & Αναπτυξιακών Δυσκολιών: «ΑΝΑΠΤΥΞΗ & ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ»
Για οποιαδήποτε ενημέρωση ή πρόσθετη πληροφόρηση, παρακαλώ μη διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας στο 210-2792955 & 6934-457847